Αρχικά, πρέπει να αναφέρουμε οτι η εξέταση και ανάλυση του θέματος αυτού χρειάζεται την πραγματοποίηση επιτόπιας έρευνας («γκάλοπ») και βιβλιογραφικής υποστήριξης, αλλά εδώ θα περιοριστούμε σε έναν σύντομο σχολιασμό των σχετικών κοινωνικών στάσεων που παρουσιάζονται μέσα από τις συζητήσεις και τα σχόλια των απλών ανθρώπων (δημοτών) του κοινωνικού μας περιβάλλοντος.
Γενικότερα, σύμφωνα με τις επιστημονικές κοινωνικές έρευνες, οι άνθρωποι, στις πιο πολλές περιπτώσεις, είναι αρνητικοί σε κάθε είδους καινοτομίες που μπορούν να αλλάξουν τα κοινωνικά δεδομένα στον καθημερινό τρόπο ζωής. Η αρνητική τους στάση οφείλεται στην αμφισβήτηση και την έκφραση διαφόρων αμφιβολιών που υπάρχουν σχετικά με την πιθανή αποτελεσματικότητα των νέων πολιτικών και κοινωνικών εφαρμογών, πέρα από τα υπάρχοντα στερεότυπα και κοινωνικά δεδομένα.
Επίσης, στην τοπική πολιτική σκηνή υπάρχει μια διστακτικότητα για την αποδοχή νέων δεδομένων, η οποία οφείλεται στην μακρόχρονη ομοιόμορφη άσκηση της πολιτικής των δήμων με ένα κλασικό μοντέλο διαχείρισης της εξουσίας και με όλα τα αρνητικά της σημεία, χωρίς χρήσιμες καινοτομίες, που, όμως, προκάλεσε την κοινωνική απόρριψη του μοντέλου αυτού. Συνεπώς, αυτοί είναι οι βασικοί λόγοι που δημιουργούν μια, πιθανά, αρνητική αντιμετώπιση σε κάθε νέο πρόσωπο που εμφανίζεται στην πολιτική σκηνή του τόπου. Άλλωστε και η γενικότερη πολιτική κατάσταση που επικρατεί στην τοπική αυτοδιοίκηση επί χρόνια οδήγησε, δικαιολογημένα, στην πολιτική απογοήτευση από τις προηγούμενες δημοτικές αρχές και την καθήλωση της πολιτικής και δημοτικής εξουσίας στην απλή διοικητική διαχείριση, με πάμπολλες ανεκτέλεστες υποσχέσεις, με διάφορες κοινωνικές και άλλες αδικίες και με την εν γένει στασιμότητα σε νέα κοινωνικά και άλλα έργα. Δυστυχώς τις απογοητεύσεις αυτές τις προκάλεσαν οι προηγούμενες δημοτικές αρχές, με τον τρόπο που διοίκησαν τον Δήμο, με αποτέλεσμα πολλοί δημότες να καταλήγουν σε γενικεύσεις του τύπου ότι ΄΄όλοι είναι ίδιοι΄΄, ΄΄όλοι κοιτάνε να ΄΄τρώνε΄΄, ΄΄όλοι φροντίζουν μόνο τους δικούς τους΄΄ και πολλά άλλα. Όλοι αυτοί οι γενικοί αφορισμοί δημιουργούν μιαν ιδιαίτερη δυσπιστία έναντι σε κάθε νέο πρόσωπο που εμφανίζεται και που θέλει να διαφοροποιηθεί από τους προηγούμενους δημοτικούς άρχοντες.
Όμως το βέβαιο είναι ότι, σίγουρα, δεν είναι όλοι ίδιοι και δεν ΄΄βράζουν΄΄ όλοι στο ίδιο πολιτικό και κοινωνικό ΄΄καζάνι΄΄, επειδή δεν έχουν όλοι το ίδιο πολιτικό, κοινωνικό και μορφωτικό επίπεδο και υπόβαθρο. Αρκεί να αξιολογήσει κανείς, και οφείλει να το κάνει αυτό, με κοινωνικά κριτήρια, την προσωπικότητα, το ήθος, την κοινωνική στάση και κυρίως την προηγούμενη κοινωνική προσφορά του κάθε ένα υποψήφιου, χωρίς κομματικά κριτήρια. Άλλωστε η Τοπική Αυτοδιοίκηση δεν είναι η Βουλή των Ελλήνων, αλλά σύμφωνα και με το Σύνταγμα είναι ανεξάρτητη και αυτό-διοίκητη και αποτελεί έναν από τους θεμέλιους λίθους της δημοκρατίας. Τον όρο αυτόν του Συντάγματος της Ελλάδας οφείλουν όλοι οι δημότες να τον εφαρμόζουν κατά την εκλογή των δημοτικών αρχών, θέτοντας πάντα ως πρωταρχικό κριτήριο το συμφέρον του Δήμου και όχι το συμφέρον του κάθε κόμματος, το οποίο, σχεδόν πάντα, δεν συμπίπτει με τα συμφέροντα των περισσοτέρων δημοτών.
Μόνον τότε θα αναδειχθούν νέα πρόσωπα που μπορούν να δώσουν μιαν ώθηση και μια νέα δυναμική στην υλοποίηση προγραμμάτων που θα εφαρμόζουν τις αναγκαίες για την εποχή μας καινοτομίες κατά την άσκηση της δημοτικής πολιτικής, οι οποίες είναι χρήσιμες για το Δήμο και για όλους τους δημότες.
Διαφορετικά, η στασιμότητα στα καθιερωμένα θα διατηρεί το τέλμα στο οποίο βρίσκεται ο Δήμος με όλες τις δυσμενείς συνέπειες που αυτό έχει στην καθημερινή ζωή του τόπου.
Του Κώστα Γ. Σαχινίδη,
διδάκτορα Κοινωνιολογίας, Πολιτικού Επιστήμονα